"Φιλοκαλούμεν τε γάρ μετ' ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας..."

"Φιλοκαλούμεν τε γάρ μετ' ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας..."
Αγαπάμε το ωραίο με λιτότητα και φιλοσοφούμε χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Η ενασχόληση με τη φιλοσοφία δε μας κάνει θεωρητικούς ανθρώπους και δεν μας απομακρύνει από την πρακτική δράση, λέει ο Θουκυδίδης δια στόματος Περικλή.
Έτσι με το παρόν ιστολόγιο και εμείς, οι μαθητές της Β τάξης του 4ου Λυκείου Χαλκίδας είμαστε ενεργοί, προβληματιζόμαστε για ό,τι συμβαίνει γύρω μας και αποδεικνύουμε ότι η φιλοσοφία οδηγεί στη σκέψη και στη δράση.
Μας κάνει να αναρωτιόμαστε για ό,τι συμβαίνει γύρω μας και να μην αποδεχόμαστε τίποτα ως δεδομένο και "φυσικό". "Φιλοσοφία θα πει να βρίσκεσαι καθ’ οδόν...", θα πει να αναζητάς καινούριους δρόμους, να είσαι πνεύμα ανήσυχο και αιρετικό, γιατί μόνο τότε δικαιώνεις την ανθρώπινή σου υπόσταση και μπορείς να λέγεσαι "έλλογο ον". Στόχος μας είναι να καταθέσουμε τις σκέψεις μας παίρνοντας ερεθίσματα από τη φιλοσοφία, η οποία ως ιδιαίτερος κώδικας σκέψης και επικοινωνίας μπορεί να μετατρέψει το στοχασμό σε δημιουργία, τον προβληματισμό σε θέση, την απορία σε γνώση.

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

ΚΕΦ. 3 ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

Στυλιανός Δημόπουλος
Στη χορεία των Στωικών
Για διάστημα τριών περίπου αιώνων, από την εποχή των κατακτήσεων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που η ολοκλήρωσή τους συμπίπτει με τον θάνατό του (323 π.Χ.), ως την πλήρη υποταγή των βασιλείων των διαδόχων στους Ρωμαίους (31 π.Χ.), η Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειος έζησε την ανάπτυξη ενός πολιτισμού που χαρακτηρίζεται από τους ιστορικούς με τον όρο ελληνιστικός.
    Οι σκεπτικοί αναζητούν την αταραξία, οι επικούρειοι την ηδονή και οι στωικοί τον λόγο και τη φύση. Σε μια εποχή κοσμοϊστορικών ανακατατάξεων η φιλοσοφία αναζωογονείται από ρεύματα ισχυρά που θάλλουν για αιώνες
filosofiaΤα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που προηγήθηκαν και σημάδεψαν το τέλος της κλασικής εποχής ­ όπως η απώλεια της ανεξαρτησίας των ελληνικών πόλεων-κρατών και η εξάπλωση της κυριαρχίας των Μακεδόνων στην Ασία και στη Β. Αφρική ­ αλλά και όσα ακολούθησαν κατά την περίοδο αυτή, όπως οι εμφύλιοι πόλεμοι των διαδόχων, η σταδιακή άνοδος και τελικά η επικράτηση της Ρώμης, η μεταφορά των εμπορικών και οικονομικών κέντρων από την Ελλάδα σε πόλεις της Ανατολής και στην Αλεξάνδρεια, διαμόρφωσαν καινούργιες πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, ενώ ο συγκερασμός του ελληνικού με τους τοπικούς πολιτισμούς στην Ανατολή και στην Αίγυπτο και η βαθμιαία επικράτηση της κοινής ελληνικής γλώσσας ανανέωσαν τις υπάρχουσες πνευματικές δραστηριότητες και έφεραν στο φως νέα επιτεύγματα στις τέχνες, στις επιστήμες, στα μαθηματικά, στην αστρονομία, στη γεωγραφία, στη λογοτεχνία, στη φιλολογία, στην ιστοριογραφία και στη φιλοσοφία.
...................................................................................................
Ωστόσο οι κύριες κατευθύνσεις που προσδιορίζουν την ελληνιστική φιλοσοφία είναι ο στωικισμός, ο επικουρισμός και ο σκεπτικισμός, που έχουν την αρχή τους στο τέλος της προηγούμενης περιόδου, ακμάζουν στα ελληνιστικά και στα ρωμαϊκά χρόνια και συνεχίζουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ­ με παρακμές και αναβιώσεις ­ την επίδρασή τους ως τα νεότερα χρόνια.
...................................................................................................
Παρ’ όλο που σκεπτικιστικές απόψεις μπορούν να ανιχνευθούν ακόμη και στις απαρχές της φιλοσοφικής σκέψης, ιδρυτής του σκεπτικισμού θεωρείται ο Πύρρων ο Ηλείος(περίπου 365-270 π.Χ.), σύγχρονος του Αριστοτέλη, που συνόδευσε τον Αλέξανδρο στις εκστρατείες του. Ο Πύρρων δεν έγραψε τίποτε και όσα γνωρίζουμε γι’ αυτόν προέρχονται από τον μαθητή του Τίμωνα (περίπου 325 – περίπου 235 π.Χ.).
Οι σκεπτικοί καταλήγουν και αυτοί στο ζητούμενο της εποχής, την αταραξία, στην οποία έφθασαν μέσα από την προσπάθεια να βρουν ένα κριτήριο διάκρισης της αλήθειας από την πλάνη. Η έρευνα τους οδήγησε στη διαπίστωση ότι για κάθε κρίση που διατυπώνουμε για τα φαινόμενα μπορεί να διατυπωθεί με ισοδύναμη εμπειρική ή λογική τεκμηρίωση η αντίθετή της (ισοσθένεια), από εκεί έφθασαν στην εποχή ­ στην άρνηση να διατυπώνουμε κρίσεις (αφασία) ή ορισμούς (μηδέν ορίζειν) ­ και τελικά στο επακόλουθο της εποχής, τηναταραξία ­ την απαλλαγή από τη σύγχυση που προκαλεί η αδυναμία να επιλέξουμε μεταξύ ισοδύναμων και αντιφατικών κρίσεων ή φαινομένων (ουδέν μάλλον). Τα ευρήματα του σκεπτικισμού ταξινόμησε, συμπλήρωσε και μορφοποίησε ο Αινησίδημος (1ος αιώνας π.Χ.;) στους λεγόμενους τρόπους. Τον 3ο αιώνα π.Χ. η Ακαδημία, με την απόρριψη από τον Αρκεσίλαο (περίπου 315 – περίπου 240 π.Χ.) των πλατωνικών μεταφυσικών και μυστικιστικών δογμάτων, στρέφεται στον σκεπτικισμό. Παρ’ όλο που δεν σώζονται έργα του Αρκεσίλαου και του επιφανέστερου από τους διαδόχους του Καρνεάδη (περίπου 213-128 π.Χ.), μαθαίνουμε πολλά για τον σκεπτικισμό τους από τους πολύ μεταγενέστερους Κικέρωνα, Σέξτο Εμπειρικό και Διογένη Λαέρτιο. Και οι δύο είναι πολέμιοι των δογματικών σχολών και ιδιαίτερα του στωικισμού (θεωρία της αντίφασης, θεωρία των σημείων). Οι στωικοί υποστήριζαν ότι ίσως κάποιες αντιλήψεις δεν είναι ψευδείς είτε καθαυτές είτε ως σημεία της αληθινής φύσης των πραγμάτων. Οι δύο σκεπτικοί αρνούνταν ότι υπάρχει κριτήριο διάκρισης των αντιλήψεων ­ ο Καρνεάδης υποστήριζε ότι δεν υπάρχει κριτήριο διάκρισης των λεγόμενων πραγματικών αντιλήψεων από τις ψευδαισθήσεις και ότι κατά συνέπεια πρέπει να απέχουμε από τις κρίσεις περί της πραγματικής φύσης των πραγμάτων που μας πηγαίνουν πέρα από την άμεση εμπειρία. Το περισσότερο που μπορούμε να έχουμε μέσω των αισθήσεων είναι δεδομένα όχι αληθή αλλά πιθανά. Από εκεί και πέρα ο Καρνεάδης ανέπτυξε μια πιθανολογική θεωρία που προαναγγέλλει σύγχρονες θέσεις του πραγματισμού και του θετικισμού.
Στο βάθος ο σκεπτικισμός μετέχει μόνο στη φιλοσοφική συζήτηση, και αυτό που αρνείται είναι η αξίωση των δογματικών φιλοσόφων για γνώση της αλήθειας των πραγμάτων (είτε μέσω της αίσθησης είτε μέσω του λόγου) και η κριτική του διευρύνεται για να περιλάβει τη θρησκεία, την ηθική και όλους τους δογματικούς κανόνες για την κοινωνία και το άτομο. Η ταραχή αποφεύγεται με την εποχή από αντιφατικές κρίσεις για τη φύση των πραγμάτων, τους θεούς, τη φύση του αγαθού κτλ. Στην καθημερινή ζωή και πράξη αποφεύγεται με ένα απλό πρακτικό κριτήριο που όλοι οι σκεπτικοί το δέχονταν: τοφαινόμενο.
Η δύναμη του σκεπτικισμού δεν βρίσκεται στην ισχύ θέσεων αλλά στη δύναμη των επιχειρημάτων που αντιτάσσει απέναντι στους δογματικούς φιλοσόφους. Από την αρχαιότητα ως σήμερα, με την ανελέητη ή κομψή κριτική του, ο σκεπτικισμός επισημαίνει τις αντιφάσεις και τους παραλογισμούς, και ελέγχει τη συνοχή των φιλοσοφικών συστημάτων και την επάρκεια των λόγων που πρέπει να υπάρχουν για να υποστηριχθεί βάσιμα μια θέση. Με αυτή την έννοια ο σκεπτικισμός δεν αποτελεί εναλλακτική απάντηση κοντά στον ιδεαλισμό, στον υλισμό κτλ., αλλά μια διαρκή ενεργό δύναμη κίνησης και ανανέωσης μέσα στην ιστορία της σκέψης, τη λυδία λίθο για δοκιμασία των θεωριών που συγκροτούνται και προβάλλονται σε κάθε εποχή. Ο σκεπτικισμός δεν αρνείται την πίστη, αλλά θέλει να μας επιστήσει την προσοχή και τη σοβαρότητα στην έρευνα ­ αν μας ενδιαφέρει ­ των λόγων για τους οποίους πιστεύουμε.
Ο κ. Στυλιανός Δημόπουλος είναι λέκτωρ Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.



Το ΒΗΜΑ, 19/11/2000 , Σελ.: C10
Κωδικός άρθρου: B13117C101
ID: 230037

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου