"Φιλοκαλούμεν τε γάρ μετ' ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας..."

"Φιλοκαλούμεν τε γάρ μετ' ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας..."
Αγαπάμε το ωραίο με λιτότητα και φιλοσοφούμε χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Η ενασχόληση με τη φιλοσοφία δε μας κάνει θεωρητικούς ανθρώπους και δεν μας απομακρύνει από την πρακτική δράση, λέει ο Θουκυδίδης δια στόματος Περικλή.
Έτσι με το παρόν ιστολόγιο και εμείς, οι μαθητές της Β τάξης του 4ου Λυκείου Χαλκίδας είμαστε ενεργοί, προβληματιζόμαστε για ό,τι συμβαίνει γύρω μας και αποδεικνύουμε ότι η φιλοσοφία οδηγεί στη σκέψη και στη δράση.
Μας κάνει να αναρωτιόμαστε για ό,τι συμβαίνει γύρω μας και να μην αποδεχόμαστε τίποτα ως δεδομένο και "φυσικό". "Φιλοσοφία θα πει να βρίσκεσαι καθ’ οδόν...", θα πει να αναζητάς καινούριους δρόμους, να είσαι πνεύμα ανήσυχο και αιρετικό, γιατί μόνο τότε δικαιώνεις την ανθρώπινή σου υπόσταση και μπορείς να λέγεσαι "έλλογο ον". Στόχος μας είναι να καταθέσουμε τις σκέψεις μας παίρνοντας ερεθίσματα από τη φιλοσοφία, η οποία ως ιδιαίτερος κώδικας σκέψης και επικοινωνίας μπορεί να μετατρέψει το στοχασμό σε δημιουργία, τον προβληματισμό σε θέση, την απορία σε γνώση.

Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Σώματα Κειμένων
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1163b32–1165b36


Σχετικά με τη διατήρηση και διάλυση της φιλίας

Ο Αριστοτέλης στο Θ´ βιβλίο καθόρισε τα είδη και τα γενικά γνωρίσματα της φιλίας και άρχισε να εξετάζει πώς εκδηλώνεται αυτή στα ευρύτερα πλαίσια της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η διερεύνηση αυτή συνεχίζεται σε ολόκληρο το Ι´ βιβλίο, το οποίο ξεκινά με το ακόλουθο απόσπασμα:

Μτφρ. Β. Μοσκόβης. 1993. Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια. Ι–ΙΙ. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.

Σ' όλες τις ανομοιογενείς φιλίες δημιουργεί, όπως ειπώθηκε τον συμβιβασμό και διατηρεί την φιλία ο κανόνας της ισότητας. Έτσι και στις σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες, ο τσαγκάρης παίρνει για τα παπούτσια ανάλογη αμοιβή, (35) καθώς κι ο υφαντής και οι άλλοι τεχνίτες. [1164a] Στην προκειμένη περίπτωση σαν κοινό μέτρο χρησιμεύει το χρήμα, όπου αναφέρονται και με το οποίο κανονίζονται όλα. Και στις ερωτικές σχέσεις καμιά φορά ο εραστής, αν και δεν είναι καθόλου αξιαγάπητος, παραπονιέται, ότι παρόλο που αυτός αγαπά υπερβολικά, δεν του ανταποδίνεται η αγάπη, (5) γιατί συχνά αυτοί που αγαπιούνται δυσανασχετούν για το ότι οι εραστές, ενώ προηγουμένως τους υποσχέθηκαν τα πάντα, τώρα δεν τους δίνουν τίποτε. Και τα τέτοια συμβαίνουν, επειδή ο εραστής αγαπά για χάρη της ηδονής, κι ο ερωμένος για χάρη του συμφέροντος. Κι οι δυο βρίσκουν ότι δεν πραγματοποιούν την πρόθεσή τους, η φιλία που βασίζεται σε προθέσεις τέτοιας λογής διαλύεται, όταν δεν προσφέρεται εκείνο για το οποίο είχε πραγματοποιηθεί, (10) γιατί οι φίλοι δεν αγαπιούνται για τους εαυτούς τους, αλλά ο ένας για τα υπάρχοντα του άλλου που δεν είναι μόνιμα, γι' αυτό και δεν είναι μόνιμες και οι τέτοιας λογής φιλίες. Αντίθετα η ηθική φιλία που συνάπτεται μονάχα για τον εαυτό της είναι, όπως είπαμε, σταθερή.

Όμως δημιουργούνται προστριβές ανάμεσα σε φίλους, όταν ο ένας απ' αυτούς δεν παίρνει εκείνο που ποθεί, αλλά κάτι άλλο, γιατί το να μην παίρνει κανείς εκείνο που ορέγεται, είναι σα να μην πήρε τίποτε. (15) Αυτό συνέβη και σ' εκείνον τον κιθαρίστα στον οποίο κάποιος υποσχέθηκε ότι θα του έδινε τόσο μεγαλύτερη αμοιβή, όσο πιο ωραίο θα ήταν το τραγούδι του. Όταν όμως το επόμενο πρωί ο κιθαρίστας ζήτησε την αμοιβή που του υποσχέθηκε, ο ακροατής τού αποκρίθηκε, ότι πλήρωσε την απόλαυση με απόλαυση. Αν και ο ένας και ο άλλος επιθυμούσαν αυτό το πράγμα, θα ήταν ικανοποιητικό και για τους δύο. Αλλά εφόσον ο πρώτος κυνηγούσε το υλικό κέρδος κι ο δεύτερος την απόλαυση, κι ότι ο δεύτερος πέτυχε το σκοπό του, (20) ενώ ο πρώτος δεν τον επραγματοποίησε, η αμοιβαία συμφωνία που είχε συναφθεί δεν τηρήθηκε όπως έπρεπε. Γιατί εφιστά την προσοχή του σ' εκείνο που του χρειάζεται και θα έδινε τα πάντα για να το αποκτήσει. Αλλά ποιος από τους δυο πρέπει να καθορίσει τη δίκαιη αμοιβή. Εκείνος που δίνει πρώτος ή εκείνος που παίρνει; Εκείνος που δίνει πρώτος, παρέχει όπως φαίνεται, την εμπιστοσύνη του σ' αυτόν που παίρνει, πράγμα που έκανε ο Πρωταγόρας. (25) Όταν δηλ. εδίδασκε, ζητούσε από τους μαθητές του να υπολογίσουν την αξία των γνώσεων που απόκτησαν και σύμφωνα με τον υπολογισμό τους την αμοιβή του. Σε τέτοιες περιπτώσεις ευχαριστεί κάποιους το ρητό:

«Σε φίλο δάσκαλο ο μισθός αρκετός πρέπει να' ναι».

Όσοι, όμως, παίρνουν προκαταβολικά χρήματα, αλλά, ενώ έδωκαν υπερβολικές υποσχέσεις, δεν εκτέλεσαν τίποτε από εκείνα που υποσχέθηκαν, δικαιολογημένα εκτίθενται σε αντεγκλήσεις, (30) αφού δεν ανταποκρίθηκαν στις υποχρεώσεις που αναλάβανε. Ίσως αναγκάζονται να κάμνουν αυτό οι σοφιστές, γιατί κανένας δεν δίνει σ' αυτούς χρήματα για να μάθει ό,τι γνωρίζουν. Εκείνοι, επομένως που δεν εκτελούν εκείνο, που γι' αυτό πήραν χρήματα, κατακρίνονται δίκαια. Εκεί όμως που δεν έχει κανονιστεί συμφωνία σχετικά με τις τυχόν προσφερθείσες υπηρεσίες, (35) δεν γίνεται καμιά προστριβή σε περίπτωση που ο ένας εξυπηρετεί τον άλλο χωρίς καμιά ιδιοτελή πρόθεση (τέτοια είναι η αληθινή φιλία που βασίζεται στην αρετή). [1164b] Στην περίπτωση αυτή η αμοιβαιότητα πρέπει να καθορίζεται σύμφωνα με απόφαση παρμένη ύστερα από σκέψη (γιατί αυτό είναι το γνώρισμα της φιλίας και της αρετής).
Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για όσους έχουν μετάσχει στη φιλοσοφία, γιατί το χρήμα δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην εκτίμηση της αξίας της διδασκαλίας, γιατί καμιά αμοιβή δεν μπορεί να θεωρηθεί ίσης αξίας με τη διδασκαλία. Και γι' αυτό ίσως θα ήταν αρκετό να προσφέρουμε σ' αυτή την περίπτωση ό,τι μπορούμε, (5) όπως κάμνουμε και για τους θεούς και τους γονιούς μας όταν πρέπει). Αν όμως η παροχή δεν είναι τέτοια, μα υπολογίζεται με βάση μια αντιπαροχή, τότε πρέπει να γίνεται και για τα δύο μέρη σύμφωνα με την αξία της. Αν δεν συμβαίνει αυτό, φαίνεται όχι μονάχα αναγκαίο, αλλά και δίκαιο, (10) αυτός που παίρνει την παροχή να καθορίζει εκ των προτέρων την αξία της. Γιατί αν ο δεύτερος των συμβαλλομένων παίρνει κι αυτός αμοιβή για τη βοήθεια ή την απόλαυση που πρόσφερε, η αντιπαροχή θα είναι δίκαιη. Αυτό συμβαίνει και στις αγοραπωλησίες. Σε μερικούς όμως τόπους υπάρχουν νόμοι που απαγορεύουν την διενέργεια δικών, όταν πρόκειται για εκούσια συμβόλαια, για τον λόγο ότι ένα πρόσωπο, που χάρισε την εμπιστοσύνη του σε άλλο, πρέπει να κανονίζει την υπόθεσή του σύμφωνα με την σύμβαση που συνέταξε. (15) Γιατί στο νομοθέτη φαίνεται πιο δίκαιο, να καθορίζει στην αντιπαροχή το πρόσωπο, στο οποίο παρασχέθηκε η εμπιστοσύνη κι όχι το πρόσωπο που την παρέσχε. Γιατί πολλές φορές συμβαίνει, ώστε ο κάτοχος ενός αντικειμένου κι αυτός που επιθυμεί να το αποκτήσει, να μην αποτιμούν στον ίδιο βαθμό την αξία του. Ο καθένας αγαπά κι εκτιμά εκείνο που κατέχει και δίνει.

Η ανταλλαγή, λοιπόν, πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με την εκτίμηση της αξίας του αντικειμένου από αυτόν που το παίρνει. (20) Οπωσδήποτε πρέπει να είναι ανάλογα με την αξία, σύμφωνα με την οποία ο κάτοχος εξετίμησε το αντικείμενο πριν το αποκτήσει και όχι με την αξία που υπολόγισε γι' αυτό, όταν είχε περιέλθει πια στην κατοχή του.

Ακόμη γεννούν απορία και τα εξής ζητήματα: έχει υποχρέωση ο γιος να παραχωρεί τα πάντα στον πατέρα του και να πειθαρχεί σ' αυτόν σε κάθε περίσταση; Ή, στην περίπτωση που είναι άρρωστος, να συμμορφώνεται με τις συνταγές του γιατρού; Πρέπει να εκλέγεται για στρατηγός ο κατάλληλος για την διεξαγωγή του πολέμου; (25) Έχουμε υποχρέωση να εξυπηρετούμε ένα φίλο μάλλον ή έναν ηθικό άνθρωπο; Χρωστούμε να δίνουμε φόρο ευγνωμοσύνης σ' έναν ευεργέτη μας μάλλον ή να προσφέρουμε δώρα σ' ένα φίλο μας, εφόσον δεν μπορούμε ν' ανταποκριθούμε και στις δυο αυτές υποχρεώσεις; Άραγε δεν είναι δύσκολο να δώσει κανείς ακριβή απάντηση σ' όλα τα τέτοιας λογής ζητήματα; (Γιατί στα θέματα αυτά παρεισφρύουν πολλές διακρίσεις, που έχουν μεγάλη περισσότερο ή λιγότερο σημασία σχετικά με το ηθικώς ωραίο και το αναγκαίο). (30) Το ότι δεν πρέπει να δίνουμε τα πάντα σ' ένα και το αυτό πρόσωπο, είναι φανερό. Ακόμη πρέπει ν' ανταποδίδουμε τις ευεργεσίες μάλλον παρά να ευχαριστούμε τους συντρόφους μας, αφού η ευεργεσία πρέπει να παραβληθεί μ' ένα δάνειο, στο οποίο ο δανειστής έχει μεγαλύτερη αξίωση παρά ο σύντροφος. Ίσως όμως κι αυτό να μην ισχύει σ' όλες τις περιπτώσεις. Αν, λ.χ. εξαγορασθεί κανείς με λύτρα που καταβλήθηκαν σε ληστές, πρέπει κι αυτός να εξαγοράσει αυτόν που τον ελευθέρωσε, (35) οποιοσδήποτε κι αν είναι, ή πρέπει να δώσει πίσω το ποσό που κατέβαλε, κι αν ακόμη το πρόσωπο που τον απελευθέρωσε, δεν έχει συλληφθεί από ληστές, αλλ' απαιτεί την επιστροφή του χρέους ή, τέλος, οφείλει να ελευθερώσει πριν από κάθε άλλο τον αιχμάλωτο πατέρα του; [1165a] Γιατί φαίνεται ότι έχει κανείς την υποχρέωση να εξαγοράσει μάλλον τον πατέρα του παρά τον ίδιο τον εαυτό του. Όπως, λοιπόν, είπαμε, ισχύει ο κανόνας, ότι πριν από κάθε άλλο πρέπει να εκτελεί κανείς τις υποχρεώσεις του. Αν όμως η δωρεά απευθύνεται σ' ένα πρόσωπο ενάρετο ή που βρίσκεται σε ανάγκη, πρέπει, για χάρη αυτών των περιστάσεων, να ξεφύγουμε από τον κανόνα. (5) Κάποτε δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται με την ισότητα το ν' ανταποδίδει κάποιος την υπηρεσία που του πρόσφεραν, όταν δηλ. κάποιος εξυπηρετεί ένα πρόσωπο, που γνωρίζει ότι είναι ηθικό, ενώ εκείνος που εξυπηρετήθηκε θ' ανταπέδιδε την υπηρεσία σε άνθρωπο που γνωρίζει ότι είναι κακός. Ούτε πρέπει να δανείζει σ' ένα δανειστή του, γιατί ο ένας δάνεισε ένα έντιμο πρόσωπο, βέβαιος ότι θα του επιστρεφόταν το χρωστούμενο ποσό, κι ο άλλος δε μπορούσε να ελπίζει, ότι θα εξοφλείτο το δάνειο που χορηγήθηκε από έναν ασυνείδητο χρεοφειλέτη. (10) Αν, πραγματικά, είναι έτσι τα πράγματα, η αρχή της δράσης δεν είναι δίκαιη, αν, πάλι, πρόκειται για συλλογισμό που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, μπορεί να φανεί ότι οι άνθρωποι δεν ενεργούν ανόητα. Όπως πολλές φορές είπαμε ως τώρα, κάθε συλλογισμός σχετικός με τα πάθη και τις πράξεις του ανθρώπου έχει σαν όριο την κάθε μια περίπτωση.

Το ότι δεν πρέπει, λοιπόν, να μοιράζουμε σ' όλους τα ίδια πράγματα (15) ούτε και στον πατέρα μας όλα, όπως δεν προσφέρονται όλα σαν θυσία στο Δία, είναι φανερό. Κι επειδή οι γονιοί, τ' αδέρφια, οι συντρόφοι, οι ευεργέτες έχουν διάφορες αξιώσεις, πρέπει να δίνει στον καθένα απ' αυτούς ό,τι του ανήκει και του ταιριάζει. Και φαίνεται ότι οι άνθρωποι ενεργούν κανονικά μ' αυτόν τον τρόπο. Στους γάμους προσκαλούν τους συγγενείς (γιατί το γένος είναι κοινό και κοινές οι πράξεις που το ενδιαφέρουν). (20) Επίσης νομίζουν ότι και στις κηδείες πρέπει να παρευρίσκονται οι συγγενείς για τον ίδιο λόγο. Ακόμα φαίνεται ότι πρέπει να εξασφαλίζουμε τα απαραίτητα για τη ζωή πριν από κάθε άλλο για τους γονιούς μας, όπως το χρωστούμε σ' αυτούς, και έχει μεγαλύτερη ηθική αξία να παρέχουμε τα μέσα διατροφής σ' εκείνους στους οποίους χρωστούμε την ύπαρξή μας, παρά σ' εμάς τους ίδιους. Το ίδιο πρέπει να χορηγούμε τιμές στους γονιούς μας όπως ακριβώς στους θεούς, αλλά όχι όλες ανεξαιρέτως τις τιμές. (25) Γιατί δεν πρέπει ν' αποδίδουμε τις ίδιες τιμές στον πατέρα και στη μάνα ούτε αυτές που οφείλουμε στους σοφούς και στους στρατηγούς, αλλά αυτές που ταιριάζουν στον πατέρα και στη μάνα. Όμοια πρέπει να δείχνουμε σεβασμό και στους γεροντότερους ανάλογα με την ηλικία τους, να σηκωνόμαστε, όταν μας ζυγώνουν, να τους δίνουμε την τιμητική θέση στο τραπέζι και τα παρόμοια.

Στους συντρόφους και στ' αδέλφια μας χρωστούμε ειλικρίνεια και να έχουμε μαζί τους όλα τα πράγματα κοινά. (30) Τέλος, στους συγγενείς μας, τα μέλη της φυλής μας, τους συμπολίτες μας και σ' όλους τους υπόλοιπους πρέπει να προσπαθούμε πάντοτε να μοιράζουμε ό,τι τους ανήκει ανάλογα με το βαθμό της συγγένειας και σύμφωνα με το μέτρο της αρετής και της αξίας, που έχουν σχετικά με μας. Όσον αφορά τα πρόσωπα που έχουν την ίδια καταγωγή με μας το πράγμα είναι πιο εύκολο, ενώ για τους ξένους πιο δύσκολο. (35) Αυτό όμως δεν πρέπει να μας κάμνει να παραλείπουμε το καθήκον μας, αλλά πρέπει να έχουμε μπροστά στα μάτια μας τις διακρίσεις που αναφέραμε πάρα πάνω, όσο είναι δυνατό.


Μας προκαλεί απορία και το ζήτημα, αν πρέπει να διαλύουμε τη φιλία [1165b] ή όχι με κείνους που δείχνονται διαφορετικοί απ' ό,τι ήταν. Δεν είναι ίσως καθόλου παράξενο να διακόπτουμε την φιλία με 'κείνους που συνδεθήκαμε για χάρη συμφέροντος ή απολαύσεως, όταν αυτοί πάψουν να είναι ωφέλιμοι ή ευχάριστοι; [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου]
 Αλλά δικαιολογημένα θα μπορούσε κάποιος να κατακρίνει εκείνον, (5) που μολονότι δεν επιζητούσε στη φιλία παρά μονάχα ωφέλεια ή απόλαυση, υποκρινόταν ότι ήθελε να συνδέεται με φιλικούς δεσμούς μαζί μας για χάρη του ήθους μας
. Καθώς είπαμε στην αρχή, οι έριδες ανάμεσα σε φίλους προέρχονται από το ότι αυτοί δεν ανταποκρίνονται σ' εκείνο που περιμέναμε απ' αυτούς. Αν κάποιος ξεγελαστεί νομίζοντας ότι αγαπιέται για το ήθος του, ενώ ο δήθεν φίλος δεν κάμνει τίποτε που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του, ας κατηγορεί τον εαυτό του. (10) Αν όμως παραπλανηθεί από την υποκρισία εκείνου, είναι δίκαιο να κατακρίνει τον υποκριτή και μάλιστα περισσότερο απ' όσο θα κατέκρινε έναν κιβδηλοποιό, γιατί το αντικείμενο που σχετίζεται με τέτοια ανήθικη ενέργεια, είναι πολύτιμο, αλλ' αν προσφέρει κανείς τη φιλία του σ' ένα πρόσωπο που νόμισε έντιμο και ηθικό, κι έπειτα όμως αντιληφθεί ότι το πρόσωπο αυτό είναι διεστραμμένο, πρέπει να εξακολουθήσει να το αγαπά; Ή μήπως αυτό είναι αδύνατο; Αφού η φιλία μας δεν πρέπει ν' απευθύνεται χωρίς διάκριση σε όλα τα πράγματα, αλλά αποκλειστικά στο αγαθό, (15) δε θέλουμε ν' αγαπούμε το κακό, ούτε είμαστε υποχρεωμένοι να κάμνουμε αυτό; Γιατί δεν πρέπει να είμαστε φίλοι του κακού και να εξομοιωνόμαστε με τους ανήθικους. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου]
 Πρέπει, λοιπόν, να διαλύουμε τους φιλικούς δεσμούς αμέσως; Ή πρέπει να εγκαταλείπουμε μονάχα τους φίλους εκείνους που η διαστροφή τους είναι ανίατη και να δίνουμε τη βοήθειά μας σ' εκείνους που επιδέχονται βελτίωση μάλλον από ηθική παρά από υλική άποψη, (20) πράγμα που είναι προτιμότερο και ανταποκρίνεται περισσότερο στη φιλία; Κι όμως εκείνος που διαλύει τους φιλικούς δεσμούς δε φαίνεται να εκτελεί κάποια αταίριαστη πράξη. Η φιλία δεν απευθυνόταν σε ανθρώπους με τέτοιο χαρακτήρα. Κι επειδή ο άνθρωπος αυτός στο μεταξύ μεταβλήθηκε και δεν μπορεί κανείς να τον ξαναφέρει στον ίσιο δρόμο, χωρίζεται απ' αυτόν. Αλλά αν ο παλιός φίλος έμεινε όπως ήταν, κι ο άλλος έγινε στο μεταξύ πιο ενάρετος και ξεπερνά πολύ τον πρώτο στην αρετή μπορεί να διατηρήσει τη φιλία ή είναι αδύνατο; (25) Όσο πιο μεγάλη είναι η απόσταση ανάμεσα στους φίλους τόσο η περίπτωση γίνεται πιο καθαρή, όπως π.χ. στη φιλία εκείνη που υπήρχε στην παιδική ηλικία. Αν ο ένας από τους φίλους παραμένει παιδί στο μυαλό κι ο άλλος γίνεται άριστος άνθρωπος, πώς είναι δυνατό να μείνουν αυτοί οι δύο φίλοι, αφού ούτε θα έβρισκαν απόλαυση στα ίδια αντικείμενα, ούτε θα δοκίμαζαν τις ίδιες ηδονές και οδύνες; Ακόμα δε θα τους άρεσαν τα ίδια πράγματα, ούτε και θα αποστρέφονταν τα ίδια. (30) Αλλά χωρίς αυτό το πράγμα είναι αδύνατο να υπάρξουν φίλοι γιατί στην περίπτωση αυτή δεν είναι δυνατή η συμβίωση. [Ο μεταφραστής δε μεταφράζει τμήμα του κειμένου] Πρέπει, λοιπόν, να συμπεριφερθούμε στο φίλο μας, σα να μην υπήρξε ποτέ τέτοιος; Ή πρέπει να διατηρήσουμε την ανάμνηση του παλιού φιλικού δεσμού και όπως νομίζουμε ότι πρέπει να ευχαριστούμε τους φίλους μας περισσότερο από τους ξένους, (35) δεν πρέπει να προτιμούμε οπωσδήποτε τους φίλους μας χάρη στην παλιά φιλία, εκτός αν η διάλυση αυτής είναι αποτέλεσμα κάποιας υπερβολικής διαστροφής;


http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/corpora/anthology/content.html?t=35&m=1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου